Παλεύοντας με τις μπάμπουσκες: Τα στρατηγικά αδιέξοδα του νεοφιλελευθερισμού, οι συμφωνίες TTIP/CETA
Πολύ λίγα πράγματα έχουν ειπωθεί ή έχουν γίνει γνωστά, αναλογικά με την σημασία τους στις επιχειρούμενες διευθετήσεις για τις λεγόμενες Διατλαντικές Συμφωνίες της Ε.Ε. TTIP (Trans Atlantic Trade & Investment Partnership) με τις ΗΠΑ και την αντίστοιχη CETA (Comprehensive Economic and Trade Agreement) με τον Καναδά.
Τυπικά και οι δύο έχουν σαν διακηρυγμένο στόχο να προστατέψουν τις εκατέρωθεν επενδύσεις και τους επενδυτές από πιθανές εχθρικές πράξεις «take over» από τις κυβερνήσεις των χωρών όπου γίνονται τέτοιες επενδύσεις. Δύσκολα φυσικά μπορεί κανείς να διακρίνει ποιες πραγματικά νέες επί μέρους πρόνοιες θα πρέπει να ληφθούν για την προστασία των επενδύσεων που δεν υπάρχουν ήδη ενσωματωμένες στις αντίστοιχες εθνικές νομοθεσίες που έχουν εδώ και δεκαετίες ενσωματώσει τις οδηγίες του Multilateral Investment Guarantee Agency της Διεθνούς Τράπεζας. Άρα προς τι η μυστικοπάθεια όλων των επί μέρους «διμερών» διαπραγματεύσεων, που δείχνουν να ολοκληρώνονται για να τεθούν προς έγκριση μέσα στους επόμενους μήνες;
Οι πολυεθνικές σε ρόλο νομοθέτη
Όπως έχει ήδη γίνει γνωστό και αναλύθηκε και στην πρόσφατη ημερίδα του Ιδρύματος Πουλαντζά[1]:
“… Αυτές οι συνθήκες πάνε πολύ πιο πέρα από το εμπόριο, την προστασία των επενδύσεων ή των πνευματικών δικαιωμάτων αφού υπαγορεύουν θεμελιώδεις αλλαγές στα εθνικά (ή και κοινοτικά) νομικά, δικαστικά και κανονιστικά πλαίσια χωρίς να προβλέπουν καμία δικαιοδοσία ή έλεγχο από οποιονδήποτε δημοκρατικά εκλεγμένο θεσμό τους.
Το αληθινό περιεχόμενο αυτών των επιχειρούμενων «προνοιών» θα έχει επιπτώσεις στην υγεία, την ασφάλεια, το περιβάλλον και, ναι, ακόμα και στους οικονομικούς κανόνες που ισχύουν. Οι εταιρείες θα μπορούν να μηνύουν κυβερνήσεις απαιτώντας πλήρεις αποζημιώσεις για κάθε απώλεια εσόδων ή κερδών που θα ισχυρίζονται ότι έχουν από την εφαρμογή οποιασδήποτε κανονιστικής αλλαγής!…” [2]
Χαρακτηριστικό παράδειγμα πρώιμης εφαρμογής αυτών των συνθηκών αποτελεί η δικαστική διαμάχη της πολυεθνικής βιομηχανίας Philip Moris με τις κυβερνήσεις της Ουρουγουάη και της Αυστραλίας. Η εταιρεία μήνυσε τις δύο κυβερνήσεις ζητώντας υπέρογκες αποζημιώσεις για διαφυγόντα κέρδη επειδή τόλμησαν να κάνουν λίγο πιο αποκρουστικές τις φωτογραφίες που εκτυπώνονται στα πακέτα τσιγάρων, κατ’ εφαρμογή των τοπικών τους αντικαπνιστικών πολιτικών!
Κατά την ίδια λογική, και με όσα έχουν γίνει γνωστά από το περιεχόμενο των TTIP και CETA, άλλες εταιρίες θα μπορούν να μηνύουν με ισχυρά νομικά ερείσματα κυβερνήσεις για τα μέτρα που λαμβάνουν για τον περιορισμό των ρύπων που σχετίζονται με το φαινόμενο του θερμοκηπίου ή για κάποια μέτρα περιορισμού της ασυδοσίας εξορυκτικών δραστηριοτήτων (πχ στις Σκουριές), για οποιοδήποτε μέτρο απαγόρευσης γενετικά τροποποιημένων τροφίμων ή σπόρων, για κάθε απόπειρα προστασίας προϊόντων με ονομασία προέλευσης (όπως πχ η φέτα) ή ακόμα και για οποιοδήποτε φιλεργατικό μέτρο θα ήθελαν να λάβουν, όπως πχ τις συλλογικές διαπραγματεύσεις ή τον περιορισμό των ομαδικών απολύσεων κλπ, μιας και όλα αυτά μπορεί να οδηγήσουν σε πιθανή απώλεια εσόδων και κερδών…
Συμπερασματικά, οι δύο Διατλαντικές Συμφωνίες θέτουν το πλαίσιο περιορισμού και κάθε επί μέρους προσπάθειας διαμόρφωσης εθνικών πολιτικών για την ανάπτυξη ή την προστασία της υγείας αλλά και κάνουν το περίφημο Κοινοτικό Κεκτημένο και τις επί μέρους δειλές φιλο-περιβαλοντικές πολιτικές ή κοινές πολιτικές της ΕΕ, όπως η ΚΑΠ και οι ενισχύσεις της στην αγροτική οικονομία, κουρελόχαρτα.
Οπότε εύλογα τίθεται το ερώτημα: Γιατί οι «Ευρωπαϊκοί θεσμοί» θέλουν έτσι να αυτοκτονήσουν ομαδικά;
Ο νεοφιλελευθερισμός σε στρατηγική αναδίπλωση
Όλες οι ενδείξεις συνηγορούν στο ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια νέα στρατηγική του μεγάλου κεφαλαίου. Και φαίνεται πλέον ότι η προηγούμενη πρόταση πρέπει να λάβει υπ’ όψη της και νέες ροπές και αντιθέσεις, που δεν ήταν πάρα πολύ ορατές μέχρι σήμερα.
Οι επιχειρούμενες Διατλαντικές Συμφωνίες σκιαγραφούν ένα ευρύτερο σχεδιασμό που καμία σχέση δεν έχει με την προηγούμενη περίοδο, την εποχή της παγκοσμιοποίησης αλα-Ρήγκαν/Θάτσερ. Σηματοδοτούν με μεγάλη σαφήνεια ένα νέο γεωπολιτικό σχεδιασμό όπου, με αναλλοίωτο τον πυρήνα της πολιτικής του, προσπαθεί να τον υπερασπίσει περιχαρακώνοντας το εμπόριο και την παραγωγή (bye bye outsourcing) σε γεωγραφικές ζώνες, όπου τον κυρίαρχο ρόλο θα παίζουν αυτές οι συμφωνίες. Και στον πυρήνα αυτών των πολιτικών, σαν τις κούκλες μπάμπουσκες, ο σκληρός νεοφιλελευθερισμός.
Όμως το εγχείρημα έχει προβλήματα.
Οι πολιτικές φράξιες που κυρίως εκφράζουν το χρηματιστηριακό κεφαλαίο (τουλάχιστον το Αμερικάνικο) ξέρουν πόσο επικίνδυνα μπορούν να γίνουν τα πράγματα όταν προσπαθούν με αυτές τις συνθήκες να περιχαρακώσουν το εμπόριο και την παραγωγή «πίσω στην στρούγκα» και το χρήμα να ξεφεύγει προς άλλες αναδυόμενες αγορές ανεξέλεγκτα όπως και σήμερα, με την Ελλάδα και στα BRICS. Ο Σόιμπλε στην Γερμανία φαίνεται ότι αδυνατεί να κατανοήσει αυτόν τον κίνδυνο και έχει έρθει σε σύγκρουση με τους παλιούς αιμοδότες του κόμματός του, το Γερμανικό βιομηχανικό κεφάλαιο (που πλέον έχει μάτια μόνο για την Μέρκελ), που δεν φαίνεται να ευνοείται στο σύνολό του από τέτοιες διευθετήσεις. Την ίδια ώρα που ο Κάμερον, προεξοφλώντας καιροσκοπικά τις εξελίξεις, «είδε» τις ευκαιρίες και προσπαθεί από τώρα να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για να μεταφερθεί το κέντρο βάρους του ευρωπαϊκού χρηματιστηριακού κεφαλαίου από την Φρανκφούρτη στο Λονδίνο.
Από την άλλη εκτιμούν τα επιτελεία του Σόιμπλε και της Φρανκφούρτης σωστότερα τον κίνδυνο να πουν όχι με βέτο σε αυτές τις συμφωνίες κάτι ατίθασα παλιόπαιδα εκεί στην Αθήνα τον Ιούλιο και τον Νοέμβρη, τότε που αυτές οι συμφωνίες θα αρχίσουν να έρχονται προς έγκριση και στα εθνικά κοινοβούλια. Από την άλλη, οι «υπερπόντιοι ομόσταυλοι» του ανησυχούν μη τυχόν και γίνει από τώρα η «στρούγκα» άνω κάτω και δεν φτάσουν ποτέ στον Νοέμβρη.
Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα δηλαδή... Και αυτό γιατί ο «αδύνατος κρίκος» της ΕΕ έχει μετατραπεί σε αδύναμο κρίκο για την εφαρμογή μιας βασικής στρατηγικής του νεοφιλελευθερισμού. Και κύριος υπεύθυνος γι’ αυτό είναι ο ΣΥΡΙΖΑ και η Ελληνική κυβέρνηση.
Η Ευρωπαϊκή Αριστερά μπροστά σε νέα καθήκοντα
Είναι πολύ δύσκολο για οποιοσδήποτε σχεδιασμούς ή χειρισμούς των σχεδιαστών των συμφωνιών TTIP και CETA να μπορούν να πείσουν τα εθνικά κοινοβούλια ή τους λαούς τους για την αναγκαιότητα αυτών των συμφωνιών. Άρα η ευρωπαϊκή Αριστερά, πριν ακόμα επιχειρηθεί μια ακόμα εφαρμογή κάποιου τεχνητού σοκ για να επιβληθούν βίαια, μπορεί και πρέπει να πρωτοστατήσει από τώρα και στο να αποκαλύψει αυτούς τους σχεδιασμούς αλλά και να οικοδομήσει νέες ευρύτερες πολιτικές και κοινωνικές συμμαχίες ανάσχεσής τους. Δημιουργώντας έτσι μια νέα δυναμική και για τις πολιτικές εξελίξεις στην Ευρώπη που θα καθορίσουν σε μεγάλο βαθμό την πορεία της.
Σε αυτή την προσπάθεια, υπάρχει ήδη ένας ισχυρός σύμμαχος για την ευρωπαϊκή Αριστερά και τους λαούς της: η Ελληνική κυβέρνηση, που μπορεί να εκδηλώσει σε οποιαδήποτε στιγμή την πρόθεσή της να ασκήσει το βέτο που θα μπλοκάρει αυτές τις συμφωνίες, προ-αναγγέλλοντας π.χ. την πρόθεσή της αυτές να είναι υπό την έγκριση ενός δημοψηφίσματος.
Το μόνο που μένει είναι να συνειδητοποιηθεί από όλους το πόσο λάθος θα ήταν, σε αυτή την συλλογική μάχη με τις μπάμπουσκες, να εγκαταλειφθούν τα πυρομαχικά μας μέσα στο στρατόπεδο αχρησιμοποίητα κάνοντας αναλύσεις μόνο για την κούκλα που φαίνεται.
[1] http://rosalux.gr/event/ti-einai-ttip
[2] The Secret Corporate Takeover, J. Stiglitz http://www.project-syndicate.org/commentary/us-secret-corporate-takeover-by-joseph-e--stiglitz-2015-05